Ο κύκλος της σεξουαλικής απόκρισης περιγράφηκε για πρώτη φορά από τους Masters και Johnson στο βιβλίο τους «Human Sexual Response» (μτφ: Σεξουαλική Απόκριση στον Άνθρωπο) το μακρινό 1966.
Σύμφωνα με το πρότυπο, που περιέγραψαν οι συγγραφείς αυτοί, η ολοκληρωμένη σεξουαλική εμπειρία υποδιαιρείται σε τέσσερις διακριτές φάσεις: της διέγερσης (excitement), της σταθεροποίησης (plateau), του οργασμού (orgasm), και της λύσης (resolution). Ο κύκλος αυτός σεξουαλικής απόκρισης είναι παρόμοιος τόσο για τους άνδρες, όσο και για τις γυναίκες.
Στη φάση της διέγερσης ο γενικός μυϊκός τόνος αυξάνεται και αυξάνεται προοδευτικά τόσο ο καρδιακός, όσο και ο αναπνευστικός ρυθμός. Συχνά εμφανίζεται και ερυθρότητα στο δέρμα.
Οι θηλές σκληραίνουν, ενώ η αύξηση της ροής του αίματος στα γεννητικά όργανα έχει ως αποτέλεσμα στη μεν γυναίκα τη διόγκωση της κλειτορίδας και των μικρών χειλέων, στο δε άνδρα τη στύση.
Τα κολπικά τοιχώματα γίνονται πιο οιδηματώδη και αρχίζει η λίπανση του κόλπου. Πιο οιδηματώδεις γίνονται και οι όρχεις, ενώ το όσχεο διατείνεται και αρχίζει να λιπαίνεται.
Κατά τη διάρκεια της σταθεροποίησης οι αλλαγές της φάσης της διέγερσης γίνονται ακόμα εντονότερες. Τα κολπικά τοιχώματα γίνονται ακόμα πιο οιδηματώδη και η κλειτορίδα ακόμα πιο ευαίσθητη.
Αυξάνεται περαιτέρω ο καρδιακός και ο αναπνευστικός ρυθμός, ενώ εντείνεται και ο μυϊκός τόνος και μπορεί να εμφανισθούν σπασμοί στο πρόσωπο, στα πόδια και στα χέρια. Η φάση της σταθεροποίησης δεν έχει σταθερή διάρκεια, μπορεί να κρατήσει από μερικά δευτερόλεπτα, μέχρι και αρκετά λεπτά.
Συχνά αυτή η φάση περιγράφεται ως η πιο έντονη, ενώ κατά τη διάρκειά της η επιθυμία για περαιτέρω διέγερση είναι κοινή.
Η τρίτη φάση της σεξουαλικής απόκρισης, αυτή του οργασμού, είναι και η εντονότερη και διαρκεί μόνο λίγα δευτερόλεπτα. Ο καρδιακός και ο αναπνευστικός ρυθμός βρίσκονται στον κολοφώνα τους.
Οι μύες του κόλπου συσπώνται, ενώ ρυθμικές συσπάσεις εμφανίζει και η μήτρα. Στον άνδρα, η ρυθμικές συσπάσεις της βάσης του πέους οδηγούν στην εκσπερμάτωση. Οι ρυθμικές αυτές συσπάσεις εξαπλώνονται γρήγορα σε όλο το σώμα και εμφανίζονται ακούσιες συσπάσεις και των μυοσκελετικών μυών.
Η στιγμή αυτών των τονικών συσπάσεων, που συχνά προηγούνται αυτού καθεαυτού του οργασμού, συχνά περιγράφονται ως η στιγμή της πιο έντονης απόλαυσης.
Κατά την τέταρτη και τελευταία φάση της σεξουαλικής απόκρισης, τη λεγόμενη λύση, οι σωματικές λειτουργίες επανέρχονται σταδιακά στην ηρεμία και τα οιδηματώδη γεννητικά όργανα επανέρχονται στην προτέρα κατάσταση και οι μύες χαλαρώνουν.
Η φάση αυτή χαρακτηρίζεται από ένα αίσθημα ευεξίας και απόλυτης σωματικής, ψυχικής και πνευματικής χαλάρωσης, ενώ συχνά ενισχύεται και το αίσθημα της συντροφικότητας. Πολλές γυναίκες είναι ικανές να επανέλθουν τάχιστα στη φάση του οργασμού, μετά από περαιτέρω σεξουαλική διέγερση και να έχουν πολλαπλούς οργασμούς.
Οι άνδρες αντίθετα χρειάζονται μία περίοδο ανάκαμψης. Η διάρκεια της περιόδου ανάκαμψης ποικίλει, ενώ αυτή μεγαλώνει με την ηλικία.
Ο απόλυτος συγχρονισμός των φάσεων μεταξύ των συντρόφων δεν είναι συχνός. Έτσι δεν είναι σύνηθες να φθάνουν ταυτόχρονα σε οργασμό ο άνδρας με τη γυναίκα.
Ο καθένας έχει τον προσωπικό του κύκλο σεξουαλικής απόκρισης. Έτσι, ενώ μερικές γυναίκες δεν αισθάνονται ικανοποιημένες, αν δεν ζήσουν την κάθε φάση, ενώ άλλες παρακάμπτουν κάποιες φάσεις.
Υπάρχουν γυναίκες, που φθάνουν εύκολα σε οργασμό και περνάνε γρήγορα από τη φάση της διέγερσης στον οργασμό. Αντίθετα, μερικές γυναίκες αντιμετωπίζουν μία φάση, που ονομάζεται ανοργασμία και δεν φθάνουν σε οργασμό, αλλά μεταξύ αυτών αρκετές αισθάνονται ικανοποιημένες σεξουαλικά.
Κάποιες γυναίκες πάλι επικεντρώνονται περισσότερο στην πρόκληση οργασμού στο σύντροφό τους και αφήνουν σε δεύτερη μοίρα το δικό τους οργασμό
Με τα χρόνια το πρότυπο της σεξουαλικής απόκρισης των Masters και Johnson επικαιροποιήθηκε. Η Kaplan θεώρησε πως το πρότυπο αυτό επικεντρώνεται υπέρ του δέοντος στα σωματικά χαρακτηριστικά της σεξουαλικότητας και δεν λαμβάνει υπόψη τον ψυχολογικό παράγοντα. Έτσι το 1995 προσετέθη και η έννοια της ερωτικής επιθυμίας, που προηγείται των σωματικών αλλαγών.
Η ερωτική επιθυμία παρέχει ισχυρό κίνητρο για έκφραση της σεξουαλικότητας. Ο εκλυτικός παράγνων αισθημάτων ισχυρής ερωτικής επιθυμίας μπορεί να είναι εσωτερικός ή εξωτερικός. Εσωτερικοί παράγοντες είναι ερωτικές φαντασιώσεις ή αναμνήσεις.
Εξωτερικοί παράγοντες περιλαμβάνουν έναν θελκτικό σύντροφο, που προκαλεί το αισθησιακό ενδιαφέρον, ενώ συγχρόνως διεκδικεί το ερωτικό ενδιαφέρον της συντρόφου του καθώς και συνθήκες, που αφυπνίζουν σεξουαλικούς συνειρμούς.
Το 2001 η Basson θεώρησε πως το πρότυπο αυτό δεν περιγράφει επαρκώς τη σεξουαλική απόκριση των γυναικών, ειδικά αυτών, που βρίσκονται σε μακροχρόνια σχέση και τόνισε έτι περαιτέρω τη σημασία του ψυχολογικού παράγοντα.
Εντούτοις, στη βάση του το πρότυπο της σεξουαλικής απόκρισης των Masters και Johnson είναι αποδεκτό και σήμερα και με βάση αυτό μπορούμε να ερμηνεύσουμε τις σεξουαλικές δυσλειτουργίες.
Η κατανόηση του προτύπου σεξουαλικής απόκρισης και των διαφορών των δύο φύλων είναι χρήσιμη στην αντιμετώπιση σεξουαλικών δυσλειτουργιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου