Ο Πατρινός ψάλτης που ασπάστηκε τον αναρχισμό και έγινε... καραγκιοζοπαίκτης!
Ο άνθρωπος που μεταμόρφωσε τον καραγκιόζη, το όνομα του οποίου έχει γραφτεί με χρυσά γράμματα στην ιστορία του θεάτρου Σκιών ήταν αναρχικός! Πρόκειται για τον Δημήτρη Σαρδούνη ή Μίμαρο, ο οποίος είχε φυλακισθεί γιατί έπαιζε καραγκιόζη… με εργατικά και αναρχικά μηνύματα!
Ο Δημήτρης Σαρδούνης γνωστός ως Μίμαρος ήταν από τους μεγαλύτερους Έλληνες καραγκιοζοπαίχτες. Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1865 και πέθανε το 1912 Τελείωσε το σχολαρχείο και σπούδασε βυζαντινή μουσική. Το 1882 διορίστηκε ψάλτης στον καθεδρικό ναό της Πάτρας. Ως καραγκιοζοπαίχτης πρωτοεμφανίστηκε το 1894. Θεωρείται ο θεμελιωτής και αναμορφωτής του Ελληνικού Καραγκιόζη, τον οποίο απάλλαξε από τις βωμολοχίες και τις ανηθικότητες του Τουρκικού Θεάτρου Σκιών και εισήγαγε στο ρεπερτόριό του νέα θεματολογία. Παράλληλα, έκανε σκηνικές αλλαγές, καινοτομίες στην κατασκευή των φιγούρων και μια νέα σπάνια μουσική διάλεκτο. Εισήγαγε ιστορίες από την Ελληνική επανάσταση του 1821 και την αρχαία Ελληνική ιστορία αλλά και από την καθημερινή ζωή. Επίσης δημιούργησε νέες φιγούρες. Ο Μίμαρος μεγάλωσε τις διαστάσεις της σκηνής από 2 σε 4 μέτρα. Άλλαξε την εμφάνιση του Καραγκιόζη σε καμπούρη και με μακρύ χέρι σε αντιδιαστολή με τον Τούρκικο. Διαφοροποίησε τις άλλες φιγούρες ως προς την Ελληνική πραγματικότητα. Πρόσθεσε στο μπερντέ διάφορα τοπία ανάλογα με την παράσταση, ενώ άλλαξε το υλικό κατασκευής των φιγούρων σε χαρτόνι. Ο Μίμαρος δημιούργησε την δική του «σχολή» και 27 μαθητές του αναδείχτηκαν σε μεγάλους καραγκιοζοπαίχτες. Ο ίδιος ήταν ο πρώτος επαγγελματίας του είδους. Στη διάρκεια της ζωής του είχε αρκετές φορές φυλακισθεί. Τον κυνηγούσε για τις αναρχικές του ιδέες ο αστυνομικός διευθυντής Πατρών Στυμφαλιάδης, ακολουθώντας το παράδειγμα του Αθηναίου ομόλογου του Mπαϊρακτάρη….!
Διάλογος Στυμφαλιάδη με Μίμαρο!
Το 1892 ο αστυνομικός διευθυντής Πατρών Στυμφαλιάδης, κάνει επίσημες διακηρύξεις και τονίζει ότι στην Πάτρα δεν έχουν θέση οι μάγκες, οι χασικλήδες, οι κακοποιοί, οι αμανετζήδες και οι καραγκιοζοπαίχτες, αλλά στην πράξη τον ενδιέφεραν περισσότερο οι μαχητικοί εργάτες, τα μέλη των κοινωνικών οργανώσεων και όσοι συμπαθούσαν τις νέες ιδέες του αναρχισμού. Σε κάθε ευκαιρία τους κατηγορούσε για απείθεια και διασάλευση της τάξης, για υποκίνηση σε στάση, απαγόρευε τις συγκεντρώσεις τους, ακόμη και τις συζητήσεις τους, σαν προπαγάνδα και προσηλυτισμό σε μη αναγνωρισμένη θρησκευτική αίρεση.
Ακόμη κι όταν o Καραγκιόζης του Σαρδούνη άρχισε να κερδίζει συμπάθειες μέσα στους εμπόρους και στους αστούς, o Στυμφαλιάδης παρέμεινε εχθρικός και καχύποπτος. Μια μέρα ο Στυμφαλιάδης καλεί τον Σαρδούνη στο γραφείο του και του ζητά με πλάγιο τρόπο να γίνει «συνεργάτης» του, λόγω ότι η εργατική τάξη της εποχής κατακλύζει τις παραστάσεις του και ο Μίμαρος είναι πολύ αγαπητός σε αυτή.
Χαρακτηριστικός είναι ο μεταξύ τους διάλογος:
Στυμφαλιάδης: «Καλώς το παλικάρι με τις καδένες του».
Μίμαρος: «Με καλέσατε και ήρθα, κύριε διοικητά.»
Σ: «Σαρδούνη, γνωρίζεις ότι o Καραγκιόζης σου συγκεντρώνει υπόκοσμο. Ανάμεσα, λοιπόν, στους θεατές σου κρύβονται πολλοί ύποπτοι. Εσύ τους ξέρεις ή τους μαθαίνεις. Θα θέλαμε να μας ενημερώνεις πότε πότε.»
Ο Σαρδούνης αρνήθηκε να γίνει χαφιές του, αλλά ύστερα από λίγες μέρες τον ξανακάλεσε.
Αυτήν τη φορά ήθελε να τον τρομοκρατήσει:
Σ: «Σαρδούνη, o Καραγκιόζης σου γίνεται άντρο των δολιοφθορέων της κοινωνίας».
Μ: «Ποιοι είναι αυτοί, κύριε διοικητά;»
Σ: «Αναρχικοί και τερορίστες, δεν τους γνωρίζεις;»
Μ: «Δεν γνωρίζω, κύριε διοικητά.»
Σ: «Κάνεις τον παλικαρά, αλλά έχω τη δύναμη να σε συντρίψω. Πρόσεχε, Σαρδούνη, θα φας το κεφάλι σου.»
Από το 1893 οι έλεγχοι της αστυνομίας είχαν πυκνώσει, έφτανε μια λέξη-κλειδί για να σε σύρουν σε ανακρίσεις. Ο Καραγκιόζης του απέφευγε να λέει ύποπτες κουβέντες, είχε γίνει πολύ προσεχτικός. Οι λέξεις «αργία Κυριακής» (Η αργία της Κυριακής δεν είχε ακόμη καθιερωθεί, έγινε το 1910 και αποτελούσε πρώτο αίτημα των εργατικών κινητοποιήσεων), «απεργία», «δικαιώματα», «κοινωνισμός», «σοσιαλισμός» και «αναρχικές ιδέες» ήταν απαγορευμένες.
Στυμφαλιάδης: «Καλώς το παλικάρι με τις καδένες του».
Μίμαρος: «Με καλέσατε και ήρθα, κύριε διοικητά.»
Σ: «Σαρδούνη, γνωρίζεις ότι o Καραγκιόζης σου συγκεντρώνει υπόκοσμο. Ανάμεσα, λοιπόν, στους θεατές σου κρύβονται πολλοί ύποπτοι. Εσύ τους ξέρεις ή τους μαθαίνεις. Θα θέλαμε να μας ενημερώνεις πότε πότε.»
Ο Σαρδούνης αρνήθηκε να γίνει χαφιές του, αλλά ύστερα από λίγες μέρες τον ξανακάλεσε.
Αυτήν τη φορά ήθελε να τον τρομοκρατήσει:
Σ: «Σαρδούνη, o Καραγκιόζης σου γίνεται άντρο των δολιοφθορέων της κοινωνίας».
Μ: «Ποιοι είναι αυτοί, κύριε διοικητά;»
Σ: «Αναρχικοί και τερορίστες, δεν τους γνωρίζεις;»
Μ: «Δεν γνωρίζω, κύριε διοικητά.»
Σ: «Κάνεις τον παλικαρά, αλλά έχω τη δύναμη να σε συντρίψω. Πρόσεχε, Σαρδούνη, θα φας το κεφάλι σου.»
Από το 1893 οι έλεγχοι της αστυνομίας είχαν πυκνώσει, έφτανε μια λέξη-κλειδί για να σε σύρουν σε ανακρίσεις. Ο Καραγκιόζης του απέφευγε να λέει ύποπτες κουβέντες, είχε γίνει πολύ προσεχτικός. Οι λέξεις «αργία Κυριακής» (Η αργία της Κυριακής δεν είχε ακόμη καθιερωθεί, έγινε το 1910 και αποτελούσε πρώτο αίτημα των εργατικών κινητοποιήσεων), «απεργία», «δικαιώματα», «κοινωνισμός», «σοσιαλισμός» και «αναρχικές ιδέες» ήταν απαγορευμένες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου